Close window
 


The Giving Tree - Shel Silverstein 2

 




1.
απασχολημένος, πολυάσχολος





2.
δόντι





3.
κόβω





4.
κομμένος κορμός





5.
επιστρέφω





6.
ξεκουράζομαι, αναπαύομαι





7.
ψιθυρίζω





8.
κόβω





9.
πόλη





10.
σπίτι





11.
πουλάω





12.
κάθομαι





13.
λυπημένος, θλιμμένος





14.
σαλπάρω, αποπλέω, φεύγω





15.
ζεστός





16.
σύζυγος, γυναίκα





17.
δίνω





18.
παιδιά





19.
χτίζω





20.
δάσος





21.
συγγνώμη, λυπάμαι





22.
αδύναμος





23.
μεταφέρω μακριά





24.
take





25.
βάρκα